Περσίδες

Περσίδες
Περσίς
Persis
fem nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Lathe biosas — Lambda Inhaltsverzeichnis 1 Λάβετε φάγετε τοῦτό ἐστι τὸ σῶμά μου …   Deutsch Wikipedia

  • Lemnischer Frevel — Lambda Inhaltsverzeichnis 1 Λάβετε φάγετε τοῦτό ἐστι τὸ σῶμά μου …   Deutsch Wikipedia

  • Liste griechischer Phrasen/Lambda — Lambda Inhaltsverzeichnis 1 …   Deutsch Wikipedia

  • ПЕРСИЯ —    • Persis,          η̉ Περσίς, Περσική, нынешний Фарсистан, главная и коренная провинция Персидского царства, граничила на востоке с Карманией (рекой Багдасар, н. Набренд Руд), на севере с карманийской пустыней, Мидией и Парфией (горная цепь… …   Реальный словарь классических древностей

  • διάστημα — Ο ενδιάμεσος χώρος ή χρόνος· χρονική ή τοπική απόσταση. Ο όρος αναφέρεται, επίσης, στον αχανή χώρο που εκτείνεται πέρα από την ατμόσφαιρα της Γης, στον οποίο κινούνται τα ουράνια σώματα. (Για περισσότερα στοιχεία σχετικά με τις ανθρώπινες… …   Dictionary of Greek

  • ζώνη — Λωρίδα από ύφασμα, δέρμα, μέταλλο ή άλλο εύκαμπτο υλικό, που χρησιμεύει για να συγκρατεί στη μέση τα ενδύματα. Οι ζ., οι οποίες χρονολογούνται από την εποχή του χαλκού, ήταν ασφαλώς ένα από τα πρώτα στοιχεία ενδυμασίας που επινόησαν οι άνθρωποι.… …   Dictionary of Greek

  • προκόμιον — τὸ, Α 1. η τούφα από τη χαίτη τού αλόγου που πέφτει στο μέτωπο 2. (σχετικά με πρόσ.) το τσουλούφι, η φούντα 3. ψεύτικα μαλλιά που συνήθιζαν να φορούν οι Περσίδες και οι Ελληνίδες γυναίκες στο μέτωπο, φενάκη, περούκα. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + κόμιον …   Dictionary of Greek

  • Αλέξανδρος ο Μέγας — (Πέλλα 356 – Βαβυλώνα 323 π.Χ.). Βασιλιάς της Μακεδονίας (336–323), γιος του Φιλίππου B’ και της Ολυμπιάδας, κόρης του βασιλιά των Μολοσσών της Ηπείρου Νεοπτολέμου. Προικισμένος με σπάνια σωματική αντοχή και δύναμη (που του επέτρεψε να γυμνάσει… …   Dictionary of Greek

  • Αριοβαρζάνης — (περσ. Αριγιαβαρζάνα). Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Σατράπης της Περσίδας (4ος αι. π.Χ.). Ήταν γιος του Αρτάβαζου, σατράπη της ελλησποντιακής Φρυγίας. Προσπάθησε vα ανακόψει την προέλαση του Μεγάλου Αλεξάνδρου από τα Σούσα προς την Περσέπολη,… …   Dictionary of Greek

  • διάττοντες αστέρες — (Αστρον.). Μετέωρα που διασχίζουν τη γήινη ατμόσφαιρα και ακτινοβολούν. Τα μετέωρα περιφέρονται γύρω από τον Ήλιο, όπως οι πλανήτες. Οι διαστάσεις τους κυμαίνονται μεταξύ λίγων μικρών και λίγων μέτρων. Αν κατά την κίνησή του γύρω από τον Ήλιο ένα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”